Buchbinderkunst (G) | -> bookbinding | barniz blando (S) | χαλκογραφία του μαλακού βερνικιού ή μαλακού φόντου | berceau (F) | κυρτός παλινδρομικός ξυστήρας ξεστής χαλκογραφίας | bodkin (E) | τσιμπίδι γραμμάτων, στοιχειάγρα | bois de fil (F) | -> antica xilografia | bois debout (F) | ξυλογραφία σε όρθιο ξύλο | bookbinding (E) | βιβλιοδεσία | brunissoir (F) | -> bruñidor | brunitoio (I) | -> bruñidor | bruñidor (S) | λειαντής ξυλογραφίας και χαλκογραφίας, τρίφτης | bulino (I) | καλέμι/σκαλίδι χαλκογραφίας-ξυλογραφίας, μπιρέν (αμυγδαλωτό / οβαλάκι, μυτερό / ongella, μισοστρόγγυλο, πλατύ / διακοσμητικό, τετράγωνο, λοξότμητο, μαχαίρι / μαχαιρωτό, κοπίδι, ρόμβος, γραμμωτό / ριγωτό / vélo) | buril (S) | -> bulino | burin (F, E) | -> bulino | burnisher (E) | -> bruñidor | |